- πυρρός
- I
Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων.1. Όνομα που έδιναν στον Νεοπτόλεμο, γιο του Αχιλλέα.2. Βασιλιάς στην Ήλιδα, που είχε διαδεχτεί στον θρόνο τον αδελφό του Δαμοφώντα. Tην εποχή του, το 580 π.Χ., η Πίσα, στην οποία βασίλευε, ήταν υποτελής στους Ηλείους.3. Χαλκουργός του 5ου αι. π.Χ., Αθηναίος πολίτης. Είχε κατασκευάσει το άγαλμα της Αθηνάς Υγείας στην Ακρόπολη.4. Αρχιτέκτονας που είχε χτίσει τον θησαυρό των Επιδαμνίων στην Ολυμπία.5. Βασιλιάς της Ηπείρου (319 – 272 π.Χ.), γιος του βασιλιά Αιακίδη. Σε ηλικία 12 ετών ανακηρύχθηκε βασιλιάς υπό την επιτροπεία συγγενών του, αλλά, αφού βασίλευσε μερικά χρόνια (307 – 303), διώχθηκε από το βασίλειό του με μια επανάσταση που υποκίνησε ο Κάσσανδρος. Ακολούθησε τότε τις τύχες του Αντιγόνου Μονόφθαλμου και του Δημητρίου Πολιορκητή έως ότου, με την αιγυπτιακή βοήθεια, κατόρθωσε να καταλάβει πάλι τον θρόνο της Ηπείρου (297)· στην αρχή συμβασίλευσε με τον Νεοπτόλεμο, που είχε ανακηρυχθεί κατά την απουσία του βασιλιάς, αλλά γρήγορα απαλλάχθηκε από αυτόν. Ο Π. είχε μεγάλες επιτυχίες στον αγώνα κατά της Μακεδονίας για την ανεξαρτησία της χώρας του, επωφελούμενος και από την εχθρότητα των άλλων ελληνιστικών βασιλιάδων προς τον Δημήτριο. Περίπου το 285 εξουσίαζε, εκτός από την Ήπειρο, την Τυμφαία, τη μισή Μακεδονία έως τον ποταμό Αξιό, μεγάλο μέρος της Θεσσαλίας, την Αμβρακία, την Αμφιλοχία και την Ακαρνανία. Αλλά ένας πόλεμος εναντίον του Λυσιμάχου, ο οποίος, μετά την εξαφάνιση από τη σκηνή του Δημητρίου Πολιορκητή, έβλεπε με ανησυχία την υπερβολική εξάπλωση της κυριαρχίας του Π., στοίχισε στον Π. την απώλεια μεγάλου μέρους των κτήσεών του (282). Εκστράτευσε τότε στην Ιταλία, για να βοηθήσει τους Ταραντίνους, και γενικότερα τους Έλληνες, εναντίον της Ρώμης, αλλά αφού κατόρθωσε να νικήσει δύο φορές τα στρατεύματα της στην Ηράκλεια (για τις μεγάλες απώλειες που του στοίχισε αυτή η νίκη είπε τη γνωστή φράση πως, αν κερδίσει ακόμα μια τέτοια νίκη, θα γυρίσει στην Ελλάδα χωρίς στρατιώτη, και από εδώ βγήκε η παροιμιακή φράση «πύρρειος νίκη») και στο ‘Aσκλο της Απουλίας (280-79), δεν κατόρθωσε να συνάψει μαζί της ειρήνη. Πέρασε τότε στη Σικελία για να βοηθήσει τους Έλληνες, που τους απειλούσαν οι Καρχηδόνιοι, οι οποίοι νικήθηκαν και περιορίστηκαν μόνο στην κτήση του Λιλυβαίου. Ύστερα από μάταιες προσπάθειες για την ανακατάληψή του, ο Π. αποφάσισε –σε αυτό συνέβαλαν και οι δυσαρέσκειες που γεννήθηκαν εναντίον του μεταξύ των Ελλήνων της Σικελίας– να επιστρέψει στην Ιταλία. Κλείστηκε στον Τάραντα, αλλά μετά την αμφίρροπη μάχη του Βενεβέντου εναντίον των Ρωμαίων (275) επέστρεψε στην Ήπειρο, αφήνοντας τη φρούρηση της πόλης στον γιο του Έλενο. Στην Ελλάδα στο μεταξύ είχε αλλάξει η πολιτική κατάσταση: η Μακεδονία είχε ανακτηθεί ολόκληρη από τον Αντίγονο Γονατά, η Αιτωλική Συμπολιτεία βρισκόταν στην ακμή της, η Βοιωτία και η Αττική ήταν ανεξάρτητες. Ο Π. είχε κάποια επιτυχία, όχι αποφασιστική, εναντίον του Αντιγόνου Γονατά (274), και κατόπιν στράφηκε εναντίον της Σπάρτης, ενώ ο βασιλιάς της Αρεύς έλειπε στην Κρήτη, χωρίς να κατορθώσει να την καταλάβει. Μετά την άφιξη του Γονατά και του Άρη, ο Π. αποσύρθηκε με σημαντικές απώλειες, κατορθώνοντας να εισχωρήσει αιφνιδιαστικά στο Άργος, όπου όμως σκοτώθηκε σε οδομαχία (272). Ο Π. υπήρξε αναμφισβήτητα γενναίος και μεγάλος στρατηγός, αλλά και εξίσου φιλόδοξος· και η φιλοδοξία του αυτή δεν ήταν πάντοτε ξένη προς τις αποφάσεις του και προς την πραγματικότητα.6. Βασιλιάς της Ηπείρου, που είχε γεννηθεί το 270 π.Χ. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του βασιλιά Αλεξάνδρου, και λέγεται πως είχε δηλητηριάσει τη μητέρα του Ολυμπιάδα, που ήταν επίτροπός του όσο ήταν ανήλικος. Σύμφωνα όμως με άλλη εκδοχή, τόσο αυτός όσο και ο αδελφός του Πτολεμαίος είχαν πεθάνει πριν από τη μητέρα τους.7. Ρωμαίος απελεύθερος, ελληνικής καταγωγής, που φημιζόταν για τα αγάλματά του από οπτή γη.
Ο Πύρρος (319 – 272 π.Χ.) υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους στρατηγούς.
Ο βασιλιάς Πύρρος της Ηπείρου σε αρχαίο νόμισμα.
IIΟ βασιλιάς Πύρρος της Ηπείρου σε αρχαίο νόμισμα.
Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης (638 – 641,655). Ανέβηκε στον εκκλησιαστικό θρόνο το 638 και μετά από διετή πατριαρχεία εξορίστηκε (641) με την κατηγορία ότι ήταν γνώστης και συνεργός της δολοφονίας του Βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Δ’ από τη μητριά του. Για δεύτερη φορά ανέλαβε την εκκλησιαστική εξουσία το 655, αλλά μετά από ένα εξάμηνο πέθανε. Ο Π. ήταν οπαδός του μονοθελητισμού και έγραψε αρκετά έργα (επιστολές, διατριβές κ.ά.), που τον κατατάσσουν ανάμεσα στους επισημότερους μονοθελητές συγγραφείς της εποχής του.* * *-ά, -ό / πυρρός, -ά, -όν, ΝΜΑ, και ιων. τ. πυρρός, -ή, -όν, και στην τραγ. και δωρ. τ. πυρσός, -ή, -όν, και δωρ. τ. θηλ. πυρσά, Α1. αυτός που έχει το χρώμα τής φωτιάς, ξανθοκόκκινος2. (για πρόσ.) πυρρότριχοςαρχ.1. (για ζώο) α) ξανθοκόκκινος, καστανόξανθος («oἱ λέοντες πυρροὶ πάντες», Αριστοτ.)β) μαυροκίτρινος2. (για καθορισμένο χρώμα) κόκκινος3. αυτός που κοκκινίζει4. το ουδ. ως ουσ. τὸ πυρρόνιδιότητα τού ερυθρού, η ερυθρότητα, η κοκκινάδα («τὶ τοῡτό σοι τὸ πυρρόν ἐστιν», Αριστοφ.)5. φρ. «κύων... πύρσ' ἔχουσα δέργματα» — η σκύλα... που κοιτάζει με φλογισμένα μάτια (Ευρ).[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. πυρρός / πυρσός (πρβλ. θάρρος: θάρσος) συνδέεται προφανώς με τους τ. πῦρ, πυρσός (βλ. λ. πυρ), αλλά ο ακριβής τρόπος σχηματισμού της παραμένει αμφίβολος. Κατά μία άποψη, θα έπρεπε να υποθέσουμε ως αρχικό τ. ένα αμάρτυρο προσηγορικό *πυρFος —όπως υποδεικνύουν τα ανθρωπωνύμια ΠύρFος, ΠυρFίας, ΠυρFαλίων, καθώς και οι μυκην. τ. puwo, puwa, puwino—από όπου ο τ. *πῡρός με αντέκταση και με εκφραστικό διπλασιασμό τού -ρ- ο τ. πυρρός. Κατ' άλλη άποψη, πρόκειται για δύο ανεξάρτητους παράλληλους σχηματισμούς από το θ. τού πῦρ, ο ένας με επίθημα -Foς, το οποίο εμφανίζουν και άλλα επίθ. που δηλώνουν χρώμα (πρβλ. πολιός < *πολιFός), και ο άλλος με επίθημα -σος /-ρος (πρβλ. πυρσός < πῦρ). Λιγότερο πιθ., τέλος, φαίνεται η άποψη ότι αρχικός ήταν ο τ. *πυρσFος].
Dictionary of Greek. 2013.